ἀζανίτης

ἀζανίτης
ἀζανίτης
land of
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Ἀζανίτης — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αζανίτης — (1ος αι. π.Χ.). Έλληνας γιατρός της αρχαιότητας. Θαυματουργά θεωρούσαν τα έμπλαστρά του για διάφορα έλκη. Από τον Γαληνό πληροφορούμαστε ότι για τον Α. εκφράστηκαν επαινετικά πολλοί σύγχρονοι του συνάδελφοι. Συγγράμματα του Α. δεν έχουν διασωθεί …   Dictionary of Greek

  • Ἀζανιτῶν — Ἀζανίτης masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀζανιτῶν — ἀζανίτης land of masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀζανίτου — Ἀζανίτης masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀζανίτου — ἀζανίτης land of masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”